top of page

Μία σπουδαία κυρία του κυπριακού θεάτρου

Φορούσε ένα αέρινο καλοκαιρινό, σκούρο μπλε φορεματάκι με μήκος κάτω από το γόνατο με τα μαλλιά της πιασμένα πάνω. Ήταν σαν μικρό κοριτσάκι


Καθόταν στην εξωτερική βεράντα της στέγης φροντίδας ηλικιωμένων. Κοιτούσε τα δέντρα και τις γάτες που περιφέρονταν στον εξωτερικό χώρο. Είχε μια θλίψη στο πρόσωπο. Γεννήθηκε θλιμμένη. Κάπνιζε. Ακόμα και ο τρόπος που κρατούσε το τσιγάρο της είχε μία κομψότητα και οι κινήσεις της ήταν απόλυτα θεατρικές. Ήταν σαν μία βασίλισσα που έχασε τον θρόνο της και κρύφτηκε σε ένα γηροκομείο για να αποφύγει τα φώτα της δημοσιότητας.


Φορούσε ένα αέρινο καλοκαιρινό, σκούρο μπλε φορεματάκι με μήκος κάτω από το γόνατο με τα μαλλιά της πιασμένα πάνω. Ήταν σαν μικρό κοριτσάκι. Χαμογέλασε και έλαμψε το δωρικό της πρόσωπο, το απόλυτα εναρμονισμένο με τους εκατοντάδες ρόλους που ερμήνευσε. Γυναίκα με αρχαιοελληνική ομορφιά, ατόφια ευγένεια και λεπτότητα. Παρατήρησα τα χέρια της. Απαλά, περιποιημένα, μόνιμα με ένα τσιγάρο ανάμεσα στα δάκτυλα. Μου αρέσει να παρατηρώ τα χέρια των ανθρώπων. Δείχνουν τον χαρακτήρα τους. Εκείνη είχε στα χέρια τα σημάδια του χρόνου αλλά παρέμεναν απαλά σαν την ψυχή της. Χαμογελούσε σαν μωρό. Η επίσκεψη αυτή της είχε προσφέρει τα πλούτη του κόσμου όλου.


Πρώτη φορά την συναντούσα από κόντα, από τόσο κοντά. Ένιωθα δέος. Πάντα ήθελα να την γνωρίσω μέσα από μία συνέντευξη. Δεν έγινε ποτέ. Δεν πρόλαβα να την απολαύσω την ένδοξη περίοδο της καριέρας της που πρωταγωνιστούσε σε παραστάσεις με έργα ρεπερτορίου και μεγάλους ρόλους. «Οι μάγισσσες του Σάλεμ», «Βυσσινόκηπος», «Ικέτιδες», «Τρωάδες» και τόσα άλλα. Γεννημένη καλλιτέχνης, ψυχή τε και σώματι ηθοποιός, με υπέρμετρο ταλέντο, τεχνική, θεατρικότητα... Κατάφερα να την δω πρόσφατα στο θέατρο σε μία γλυκιά επιστροφή της στο σανίδι αλλά και στα εγκαίνια του Δημοτικού Θεάτρου Λευκωσίας, τον Ιούνιο του 2019.


Άκουσα πρώτη φορά το όνομά της όταν ήμουν γυμνάσιο. Μία εικόνα στο βιβλίο της Ομήρου Ιλιάδας απεικόνιζε την θεά Αθηνά και τότε ο καθηγητής μας ρώτησε ποια ηθοποιό μας θυμίζει. Σιγά μην ξέραμε. Η Βουγιουκλάκη δεν ήταν σίγουρα. Όταν είπε το όνομά της αποτυπώθηκε στο μυαλό μου. Ακόμα κι αυτό θα ταίριαζε απόλυτα σε μία σταρ.


Στο πρόσωπό της αντικατοπτρίζεται όλη η σύγχρονη ιστορία του κυπριακού θεάτρου. Θα μπορούσε να είναι μία θρυλική χολιγουντιανή σταρ, με βραβεία Όσκαρ ή μία φημισμένη ευρωπαία ηθοποιός του θεάτρου. Έχει την στόφα της αυθεντικής σταρ, το διαπίστωσα συνομιλώντας μαζί της εκείνα τα περίπου 60 λεπτά της συνάντησής μας.


Κι όμως έκανε μια σπουδαία καριέρα σε Κύπρο και Ελλάδα. Γνωρίζοντας ηθοποιούς και καλλιτέχνες της δικής της γενιάς και βεληνεκούς αντιλήφθηκα τρία πράγματα: πρώτον πως κανένας, ίσως, από αυτούς δεν έχει συνειδητοποιήσει το μέγεθος της προσφοράς του στο θεατρικό γίγνεσθαι της Κύπρου, δεύτερον έχουν πλήρη άγνοια πως είναι η ιστορία μας ως λαού χωρίς παράδοση στο θέατρο και τρίτον πως για αυτούς το θέατρο δεν ήταν τίποτε περισσότερο από την εργασία τους, ο τρόπος που έβγαζαν τα προς το ζην.


Μιλούσε και παθιαζόταν για τα χρόνια που μεσουρανούσε στο θέατρο. Μιλούσε με τόση μετριοφροσύνη όμως γνώριζε απόλυτα την αξία της. Είναι τόσο περήφανη για την καριέρα της αν και ένιωσα πως θα ήθελε πολύ να παίξει ξανά. Δύσκολο όμως πια. «Είμαι 82 ετών» έλεγε για να το πιστέψει και η ίδια σκεφτόμενη τους συνεδέλφους της που έφυγαν. Την άκουγα με όλες μου τις αισθήσεις. Εξέταζα εξονυχιστικά κάθε της έκφραση, κάθε σημείο του προσώπου της παρατηρώντας τα μάτια της που έκλειναν όταν ψέλλιζε το όνομα του ανθρώπου που αγάπησε όσο τίποτ’ αλλο στον κόσμο.


Δεν ήθελα να φύγω. Ήθελα να μείνω εκεί να την κοιτάω να καπνίζει, με τα χέρια της λες και χόρευαν κάποιο μαγικό σκοπό. Σηκώθηκα. Δίσταζε να μας ξεπροβοδίσει. Έσφιξε τις χούφτες της από χαρά σαν να κρατούσε αυτά τα 60 λεπτά μαζί μας για πάντα. Πήρε ζωή από την κουβέντα και την αγάπη μας. Κλείνοντας πίσω δεν θέλησα να κοιτάξω. Δεν άντεξα. Είχε εκείνο το χαμόγελο του ηθοποιού στο τέλος της παράστασης όταν το χειροκτότημα είναι παρατεταμένο και δυναμώνει όταν υποκλίνεται. Σκέφτηκα πως αυτή η γυναίκα εργάστηκε ώρες ατελείωτες, μέρες και νύχτες για να μπορούμε εμείς οι άνθρωποι να διασκεδάσουμε, να ευφρανθούμε ψυχικά απολαμβάνοντας θέατρο, μαθαίνοντας συγγραφείς, έργα και ρόλους. Η γυναίκα αυτή, η κορυφαία ηθοποιός της Κύπρου παραμένει καθισμένη και μόνη σε εκείνη της στέγη φροντίδα ηλικιωμένων χωρίς το κράτος, η πολιτεία, η Κύπρος να της έχει προσφέρει ένα τριαντάφυλλο.


Δεν αξίζει αυτή η γυναίκα ή ο οποιοσδήποτε καλλιτέχνης της δικής της εμβέλειας να τιμηθεί από την χώρα μας δίνοτας το όνομά της/του σε ένα χώρο πολιτισμού της πατρίδας μας; Κάποτε ο Κώστας Βήχας σε μία συνέντευξη μου είχε πει πως δίνουμε στους δρόμους τα ονόματα των πολιτικών. Πουθενά των καλλιτεχνών. Αυτή την περίοδο τέθηκε ένα θέμα μετονομασίας του Δημοτικού Θεάτρου Λευκωσίας σε Δημοτικό Θέατρο Μίκης Θεοδωράκης στη μνήμη του σπουδαίου μουσικοσυνθέτη που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή.


Αξίζουν όλες οι τιμές και ο σεβασμός στον ογκόλιθο της νεοελληνικής μουσικής, τον αγωνιστή και οικουμενικό καλλιτέχνη Μίκη Θεοδωράκη. O Θεοδωράκης αγαπούσε την Κύπρο και πρόσφερε στο νησί μας με κάθε τρόπο. Παρόλα αυτά όμως, το Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας, ο χώρος όπου γράφτηκε η ιστορία του κυπριακού θεάτρου από τους ανθρώπους που ήταν πραγματικοί εργάτες της τέχνης οφείλουμε να τους τιμήσουμε και με αυτόν τον τρόπο. Ας δώσουμε στο θέατρο της Λευκωσίας το όνομα ενός εκ των ανθρώπων που εργάστηκαν σκληρά για το θέατρο, για το μπόλισμα των ψυχών μας με τέχνη. Ας το ονομάσουμε Αντρέα Μούστρα, Νίκο Παντελίδη, Έλλη Κυριακίδου, Άλκηστη Παυλίδου, Δέσποινα Μπεμπεδέλη, Στέλιο Καυκαρίδη, Κώστα Δημητρίου, Νίκο Χαραλάμπους, Τζένη Γαϊτανοπούλου... και τόσους άλλους σπουδαίους ανθρώπους του θεάτρου μας.


0 views
bottom of page